Η δίκη είχε ξεκινήσει. Ένας πολύ ανθυγιεινός τύπος δικαζόταν και ο
δικαστής απευθυνόμενος σ αυτόν λέει:
Ένας άντρας μπαίνει στο αγαπημένο του εστιατόριο και κάθεται στο συνηθισμένο του τραπέζι. Ρίχνει μια ματιά γύρω του και βλέπει μια πανέμορφη γυναίκα να κάθεται σ’ ένα κοντινό τραπέζι. Η γυναίκα είναι μόνη της.
Φίλε μου, αδερφέ μου, θέλω μόνο μια χάρη από σένα.Τί θες να κάνω;Θέλω να πας στον παπά και να τον καθυστερήσεις να πάει στο σπίτι του.
Γιατί ρε φίλε; Τί τρέχει;
Ένας αλλόθρησκος αποφάσισε να γίνει χριστιανός και θέλησε να εξετάσει τις εκδοχές του Χριστιανισμού για να επιλέξει. Βρίσκει λοιπόν έναν ορθόδοξο, έναν προτεστάντη κι έναν παπικό. Τους λέει τις προθέσεις του κι εκείνοι συμφωνούν να τον «ξεναγήσουν» στις εκκλησίες τους.