Απόγευμα Κυριακής κι ο ήλιος πάει να δύσει. Χρώματα κόκκινα και πορτοκαλί και κίτρινα και πορφυρά, αυτά του πάθους, απλώνονται παντού και γεμίζουν το είναι μου με τόση ένταση που νιώθω ότι θα εκραγώ. Έχω τη γεύση του φιλιού σου στο στόμα μου. Πικρό και γλυκό σαν ώριμος ανανάς. Έχω και το σημάδι σου στο λαιμό. Μπλε, μωβ και κόκκινο. Σημάδι του πόνου, του ηδονικά γλυκού πόνου. Οι μαργαρίτες ροζ, φούξια και άσπρες με κοιτάζουν θλιμμένα από την μία και μοναδική γλάστρα στο μπαλκόνι μου. «Θυμήσου την Άνοιξη», μου γνέφουν, «θυμήσου τα χρώματα».
Όλες οι σχέσεις μου χρώματα. Άλλοτε έντονα και ζωηρά, άλλοτε μουντά παστέλ και σπάνια σκούρα μαύρα. Αν ήμουν χρώμα θα ήμουν το μπλε της θάλασσας κι αν είχα γεύση θα ήμουν αλμυρή σαν την αλμύρα των δακρύων. Αυτό θα ήμουν για σένα. Όμως εγώ μπορώ επίσης να γίνομαι χιλιάδες χρώματα και να αλλάζω συνέχεια αποχρώσεις. Αποφάσισα ότι αυτό μου πάει πιο πολύ από το να είμαι ένα συγκεκριμένο μόνο χρώμα. Ωραίο το μπλε μα σου ‘χω κι άλλα…
Γι’ αυτό σου λέω, ένα κλικ του μυαλού είναι η απόσταση από την ευτυχία και τούτο το απόγευμα εγώ θα είμαι χιλιάδες χρώματα του ουρανού για μένα.
Εκείνο το απόγευμα ένα κορίτσι είδε τον ήλιο να πέφτει, όπως αγνάντευε κάποτε ένα καράβι που έφευγε χωρίς αυτήν, όπως κοίταξε την πρώτη φόρα τα μάτια του καθώς πετούσε επιδειχτικά το μαγιό της στην καυτή άμμο και χίμηξε στη θάλασσα κι όταν ύστερα μια νύχτα που έβρεχε κοιτώντας τα βρεγμένα παπούτσια της είπε αντίο. Εκείνο το απόγευμα ένα κορίτσι είδε χιλιάδες χρώματα του ουρανού, μα ήταν τα δικά της μάτια που τα έβλεπαν κι ας κρατούσε σφιχτά ένα χέρι στον ήλιο που έσβηνε σε ένα κόκκινο βαθύ. Η ευτυχία άλλωστε είναι μοναχική υπόθεση.
Evi Snowflake-anapnoes.gr